“Διάλογοι σε φωτείνό καφενείο“
Ίκαρος 2016
“Διάλογοι σε φωτείνό καφενείο“
Ίκαρος 2016
“Οι ιστορίες είναι πάντα ξένες“
Ίκαρος 2016
“Στον τόπο“
Ίκαρος 2012
Ιστορίες γι’ αυτό που λείπει κι αυτό που χάνεται, γι’ αυτό που μένει κι αυτό που περισσεύει, με αίμα που σταματά με τον καπνό, λάσπη που απλώνεται γύρω από τις ψυχές και με χρήμα που δεν γεννάει.
Στον κόσμο του Δημήτρη Νόλλα οι εικόνες άλλοτε αποκτούν διαύγεια για να απεικονίσουν με ευκρίνεια τα μόνιμα θέματά του, τον ξένο, τη μοναξιά, την αγάπη, τον καπνό που όλα τα μπορεί, το γύρισμα του νου, τον τόπο, την ταυτότητα ως μνήμη, το τυχαίο και το μοιραίο• κι άλλοτε διπλοτυπώνονται για να αναπαραστήσουν την πολύπλοκη σχέση των πραγμάτων και των ανθρώπων αλλά και όλα τα επίπεδα ενός κόσμου που είναι αμετάκλητα επίγειος όσο και ανοιχτός σε μια μεταφυσική πνοή, που ενταγμένη στα κείμενά του μοιάζει αυτονόητη. Απλώς μετατοπίζει λίγο το χώρο, το χρόνο, τα πράγματα, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα που, συχνά, ακόμη κι όταν μοιάζει ατμόσφαιρα παραμυθιού κρύβει μέσα της μια απειλή ή μια τύψη.
Όλα αυτά, τα πάντα επίκαιρα και σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, με γνώση της αδυναμίας του ανθρώπου και τρυφεράδα μαζί, με λεπτό χιούμορ, με λόγο καίριο και ολοζώντανο επειδή ακριβώς δεν δέχεται το χαλινάρι.
Τ.Δ.
“Ναυαγίων πλάσματα”
Κέδρος 2009
Νουβέλα
Η μοίρα ενός ανθρώπου, ο οποίος ξεκινάει από την άλλη άκρη του κόσμου, προσπαθώντας να ξεφύγει απ’ την πείνα και την δυστυχία, και επιβιώνει απ’ τις κακουχίες της διαδρομής και από το ναυάγιο του δουλεμπορικού σαπιοκάραβου, που τον μεταφέρει στην γη της επαγγελίας. Εκεί όπου τον υποδέχονται και τον περιθάλπουν άλλα, περιπλέοντα ναυάγια. Εκεί όπου, εντέλει, τον περιμένει ο θάνατός του, σαν σε προκαθορισμένο ραντεβού.
Η ιστορία της Ασμάτ, που γαντζωμένη σε μία πόρτα-αυτοσχέδια σχεδία αναζήτησε σωτηρία εν μέσω πομπής θαλασσοπνιγμένων λαθρομεταναστών. Η ιστορία του λιμενοφύλακα Ρήγα που την περισυνέλεξε, το νησί-τείχος πάνω στο οποίο τσακίστηκαν οι ζωές τους. Όνειρα που ξεκινάνε από ένα ναυάγιο και όνειρα που ναυαγούν στα πάθη και στα δεινά αυτού του κόσμου.
“Φύλλα καπνού”
Εστία 2005
Σε τούτα τα μη αμιγώς λογοτεχνικά κείμενα, ο Δημήτρης Νόλλας δεν έχει την προστασία της φόρμας, του αμιγούς έργου τέχνης. Εδώ, στις εφημερίδες ή τα περιοδικά, στις ομιλίες ή στις επιστολές, στα σημειώματα και τα φαξ, γράφει χωρίς δίχτυ προστασίας, χωρίς την αφαίρεση που υπάρχει ενδιάθετα στο έργο τέχνης, χωρίς απόσταση και μετουσίωση. Εδώ μιλά σε ανθρώπους, για συγκεκριμένα θέματα, σχεδόν ευτελή και φθαρτά μα πραγματικά, άρα κινδυνώδη. Ώστε είτε θα καταφύγει στη λειασμένη και ακίνδυνη ηθικολογία είτε, όπως πράττει, θα ρισκάρει. Για να μιλήσει από ψυχής.
Αυτό κάνει σε τούτα τα άτακτα και ακατάτακτα κείμενα, σκόρπια εδώ κι εκεί. Μιλάει. Εκτίθεται. Αγανακτεί, παθιάζεται, παραφέρεται, επιτίθεται και αμύνεται, τραβιέται και εφορμά, στοχάζεται πλαγίως πάνω στην τέχνη του, μιλάει ορμητικά για το εντελώς επίκαιρο, την ολισθηρή συγχρονία.
(Νίκος Γ. Ξυδάκης)
“Ο παλαιός εχθρός”
Καστανιώτης 2004
Διηγήματα
“Ο παλαιός εχθρός”, όπως λέμε ένας παλιός λογαριασμός, μια παλιά αρρώστια που κάποια στιγμή και για αδιευκρίνιστους λόγους ξανασκάει μύτη. Έτσι και σ’ αυτή τη συλλογή διηγημάτων του Δημήτρη Νόλλα έρχονται στην επιφάνεια ψηφίδες που συνθέτουν το σημερινό ανθρώπινο πρόσωπο, σε στιγμές και καταστάσεις που θα νόμιζε κανείς πως είχαν καταχωνιαστεί, θαμμένες για πάντα στο υπόγειο με τα παλιοπράματα. Και τι μπορεί να είναι αυτό το παλαιό, όταν καταφέρνει κάθε φορά να αναδύεται με τέτοια ένταση και να διαπερνά το σημερινό, το σύγχρονο;
”Μικρά ταξείδια”
Καστανιώτης 1998, 1999
Συχνά η ασκημένη όσφρηση οδηγεί σε τόπους γνωστούς, σε μέρη που δεν θα μας απογοητεύσουν. Κι έτσι το ταξείδι έχει κάτι από τον τρόπο που μπαίνουμε σε μια εκκλησία για προσκύνημα και όχι για εξερεύνηση. Και βεβαίως είναι παντελώς αδιάφορο το πόσο αντικειμενική μπορεί να είναι μια τέτοιου είδους μαρτυρία. Τουναντίον, όσο πιο συνεπής με την υπόγεια υποκειμενική άποψη για τον υπό ανακάλυψη τόπο είναι, τόσο το καλλίτερο για τους ταξειδιωτικούς οδηγούς και τα τουριστικά γραφεία. Θα μπορούν να κάνουν πάντα τη δουλειά τους.
”Τα θολά τζάμια”
Καστανιώτης 1996, 1997
Διηγήματα
“Τα θολά τζάμια” είναι φτιαγμένα από θραύσματα ζωής που αποσπάστηκαν, λεπτομέρειες χαμηλές, μισοφωτισμένες, απ’ αυτές που τις προσέχουμε αφηρημένοι: σαν τα ακούσια λάθη της γλώσσας, που ομολογούν μιαν αλήθεια κρηφή και επώδυνη. Πού βρίσκεται όμως κρυμμένη η αλήθεια; Ασφαλώς όχι στο “θέμα” αλλά στο μικρό θαυματουργό “αντικείμενο” κάθε διηγήματος: φαινομενικά ασήμαντο και πάντως ασύνδετο, τυχαίο (ένα ρούχο, ένας τάφος, μια σιλουέτα, ένα μπαστούνι, μια τετριμμένη σκέψη) -αλλά τώρα κοιταγμένο αλλοιώς, σαν να θαμπώνει, σαν να αγγίξουμε, σαν να δανείζεται μιαν έξαφνη ομορφιά από κει όπου το κάθε τι ίσως έχει νόημα τελικό και διαυγές. Στα διηγήματα αυτά όλοι οι ήρωες θέλουν ν’ ακουμπήσουν ή δεν θέλουν να τους αφαιρεθεί το αποκούμπι τους -ακόμη κι αν είναι πρόσκαιρο, παραπλανητικό, απρόσιτο σαν άνθος του γιαλού… “Τα θολά τζάμια” κρύβουν προπάντων ένα βλέμμα νοσταλγικό: η ενότητα του βιβλίου οφείλεται σ’ αυτό βλέμμα -και μολονότι κερδίζεται κατακόρυφα (κάθε φορά απ’ την αρχή και εις ύψος, σαν καπνός που αναθρώσκει), δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από την ενότητα ενός μυθιστορήματος· αντιθέτως.
Γ.Κ.
”Ονειρεύομαι τους φίλους μου”
Καστανιώτης 1990, 1991, 1999
Διηγήματα
«Με κουράζεις», του λέει αυτός αγνοώντας την επαναλαμβανόμενη υποτιμητική χειρονομία. «Κουράζεις τους φίλους σου». «Γι’ αυτό υπάρχουν οι φίλοι», λέει ο Τζώνης αλλάζοντας απότομα κέφι και ξεχνώντας όσα προσβλητικά έλεγε προηγουμένως. «Γι’ αυτό είστε και συνεργάτες μου, επειδή είμαστε φίλοι». «Μπούρδες», λέει ο Κυριάκος, «μας έχεις προσλάβει για να δείξεις πόσο αποτυχημένοι είμαστε». Ο Τζώνης κατεβάζει το φερμουάρ κι αφήνει τα παντελόνια του να γλιστρήσουν μέχρι την μέση των μηρών του. «Και γιατί να μην τό ‘χω κάνει μόνο και μόνο επειδή είμαστε φίλοι;» ρωτάει, ενώ σφίγγει την ορθοπεδική του ζώνη. «Εγώ αναγνωρίζω πως είστε άχρηστοι και σας βοηθώ. Εσύ γιατί δεν μπορείς να παραδεχτείς πως είμαι καλύτερος;»
Εννιά διηγήματα, εννιά ιστορίες με φίλους, όπου η απόλυτη απουσία του άλλου φύλου θα μπορούσε να δώσει στην συλλογή τον τίτλο «Ιστορίες χωρίς γυναίκες».
”Το πέμπτο γένος”
Καστανιώτης 1988
Νουβέλα
«Το πέμπτο γένος» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επίκαιρο, γιατί εκφράζει την γραφειοκρατική εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας, με κάποια δόση υπερβολής, χρήσιμη όμως για να καταλάβουμε τον παράλογο δρόμο που ακολουθούμε έχοντας μετατρέψει τις αξίες σε σκοπιμότητες. Μια μελαγχολική μαρτυρία για μια γενιά που έχει χάσει τα ιδανικά της και διαμορφώνει ένα κοινωνικό σύνολο χωρίς ταυτότητα.
”Τα καλύτερα χρόνια”
Καστανιώτης 1984, 1987
Νουβέλα
”Το τρυφερό δέρμα”
Καστανιώτης 1982, 1984, 1998
Το τρυφερό δέρμα έρχεται να κλείσει έναν κύκλο και μια εποχή όπου ο συγγραφέας αντιμετωπίζει πιο «τρυφερά» τη ζωή, που δεν έχει χάσει τίποτε από τη σκληρότητά της και συνάμα δεν έχει μετριάσει καθόλου τη λυρική ποιητική πορεία της. Το τρυφερό δέρμα πρωτοεκδόθηκε το 1982 και περιλαμβάνει έξι διηγήματα που είχαν δημοσιευτεί σε διάφορα περιοδικά από το 1977 μέχρι τότε και είχαν αποσπάσει την προσοχή του κοινού και της κριτικής. Ο Δημήτρης Νόλλας μπορεί να θεωρηθεί σήμερα ένας από τους εκπροσώπους μιας νέας γραφής στην ελληνική πεζογραφία, που με αφορμή μικρά και ασήμαντα γεγονότα και περιστατικά περιγράφει την ερημιά και τον τρόμο που νιώθει ο άνθρωπος μέσα σ’ έναν κόσμο στεγνό, χωρίς ρομαντισμό και πίστη για κάποιες έστω ηθικές αξίες.
”Πολυξένη”
Αθήνα 1974, Τραμ 1978, Νεφέλη 1982
Νουβέλα
”Νεράιδα της Αθήνας”
Άμστερνταμ 1974, Επιφάνεια 1975, Νεφέλη 1982
Νουβέλα