Ο Δ. Νόλλας γεννήθηκε το 1940 στην Αδριανή Δράμας από γονείς Ηπειρώτες. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Έγραψε διηγήματα και νουβέλες. Η συλλογή διηγημάτων του «το τρυφερό δέρμα» βραβεύτηκε το 1983 με το κρατικό βραβείο Διηγήματος και «ο τύμβος κοντά στη θάλασσα» με το κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 1993. Μερικά από τα βιβλία του: «Ο άνθρωπος που ξεχάστηκε», «Ο τύμβος κοντά στη θάλασσα», «Ονειρεύομαι τους φίλους μου», «Το τρυφερό δέρμα», «Το πέμπτο γένος», «Τα καλύτερα χρόνια».
Τα βιβλία του έχουν παρουσιαστεί από βιβλιοκριτικούς σε όλες τις εφημερίδες και έχουν αποσπάσει πολύ καλές κριτικές.
Διαβάζοντας για τον Νόλλα…
Τελειώνοντας την ανάγνωση του μυθιστορήματος «ο τύμβος κοντά στη θάλασσα», αναρωτήθηκα αν στις προθέσεις του συγγραφέα ήταν μεταξύ άλλων να τονίσει το πατριωτικό συναίσθημα στην ιστορία του ή αν απλώς εσκεμμένα ήθελε να χλευάσει αυτή τη στιγμιαία κρίση πατριωτισμού που μας πιάνει κάποτε ενώ τον υπόλοιπο καιρό κοιμόμαστε μακαρίως.
Εκείνο που ο αναγνώστης δεν πρέπει να ξεχνά είναι ότι ο κάθε συγγραφέας μικρός ή μεγάλος έχει τις ιδιαιτερότητές του αλλιώς δεν θα ήταν δημιουργός.
Έτσι και ο Νόλλας παρουσιάζει ορισμένες ιδιομορφίες στη γραφή του. Κάποτε αυτές έχουν να κάνουν με την ίδια την έκφραση (ελλειπτική γλώσσα) συχνά όμως εκδηλώνονται στην καταγραφή των εικόνων και των καταστάσεων (εκεί η μαστοριά του Δ. Νόλλα είναι από τις ελάχιστες απολαύσεις που μπορεί να έχει ο αναγνώστης διαβάζοντας σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία). Άλλοτε τη βλέπουμε στην διάπλαση του μύθου και στη σκιαγράφηση των προσώπων. Σκοποί του δεν είναι να παρουσιάσει ολοκληρωμένους ανθρώπινους τύπους αλλά ρίχνει το βάρος στην καταγραφή της στιγμής. Οι ήρωες του Νόλλα έχουν πολύ αδρό περίγραμμα. Εκείνο που τους χαρακτηρίζει είναι μόνο η κατάσταση στην οποία εμπλέκονται και ουσιαστικά μόνο αυτή απασχολεί το δημιουργό τους. Ο Νόλλας είναι κατ’ εξοχήν «καταστασιακός» συγγραφέας. Και μια καίρια διαφορά της σύγχρονης λογοτεχνίας από την παλαιότερη είναι ακριβώς αυτή η στροφή από την προσωπικότητα προς την κατάσταση.
Το φευγαλέο, το αβέβαιο και εύθραυστο της σημερινής ύπαρξης είναι το κοινό θέμα των διηγημάτων του Νόλλα. Ο χώρος όπου εκτυλίσσονται οι ιστορίες του είναι το βασίλειο του τυχαίου του ασυνάρτητου ακόμα και του παραδόξου, πεζοδρόμια, μπαρ, ξένες πόλεις, αυτοκινητόδρομοι. Είναι ένας κόσμος μετέωρος που το γεωγραφικό στίγμα του δεν έχει καμιά σημασία, οι άνθρωποι που τον διασχίζουν είναι αναρίθμητοι, χωρίς ρίζες και προορισμό οι σχέσεις τους είναι εφήμερες και «επιδερμικές». Σε τέτοιες περιπτώσεις καμιά πραγματική φιλία δεν μπορεί να στεριώσει και ο τίτλος «ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ ΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΜΟΥ» θα μπορούσε να θεωρηθεί ειρωνικός η έκφραση της νοσταλγίας του συγγραφέα για τη σταθερότητα και τη σιγουριά μιας γνήσιας φιλικής σχέσης.
Το γράψιμό του είναι υπαινικτικό αλλά οι υπαινιγμοί του δεν είναι ξεκρέμαστοι εξυπηρετούν πάντα μια φανερή αφηγηματική ανάγκη. Τα πρόσωπα της νουβέλας και τα ασήμαντα ακόμα έχουν ψυχολογία σύνθετη (χαρακτηριστικό που τελικά αντανακλά τον πεζογράφο). Οι περιγραφές που συναντούμε είναι δυνατές και αποτελούν ένα από τα μέσα που μεταχειρίζεται ο Νόλλας για να ζωντανέψει τον χαρακτήρα που τον ενδιαφέρει. Το «τρυφερό δέρμα» (του οποίου τις 65 σελίδες θα έπρεπε να απολαύσουν όλοι όσοι απαιτούν από τη λογοτεχνία μια συνδυασμένη επίδειξη χιούμορ δράσης και παράδοξου) είναι το τρίτο βιβλίο του Νόλλα μετά την «Πολυξένη» και την ασφαλώς περίφημη «Νεράιδα της Αθήνας».
Περιέχει έξι διηγήματα που με την πρώτη ματιά δεν φαίνεται να έχουν κανένα κοινό θέμα. Με ένα πιο προσεκτικό κοίταγμα όμως ο αναγνώστης θα μπορούσε να δει ποια είναι στ’ αλήθεια η έμμονη ιδέα η οποία κινεί αθόρυβα τα νήματα στα έξι κείμενα του βιβλίου. Το θέμα του Νόλλα που δεν είναι άλλο από το παράλογο και την ανοησία κάθε ανθρώπινης πράξης ίσως φανεί κοινότοπο αν κάποιος βιαστεί να βγάλει συμπεράσματα πριν ρίξει μια ματιά στη μορφή του.
Η πρόζα του μοιάζει να έχει φτιαχτεί ειδικά για να περιγράφει αυτό το καθημερινό παράλογο με πολύ έξυπνες κωμικοτραγικές νότες απελπισίας και σύγχυσης. Ο Νόλλας έχει ένα προσωπικό τρόπο στο να χειρίζεται τη στίξη δημιουργώντας ένα υπονοούμενο λαχάνιασμα του αφηγητή και κατά προέκταση του αναγνώστη. Ο ρυθμός αυτός εντείνεται αδιάκοπα και παρασέρνει τον αναγνώστη, που γίνεται θεατής των όσων διαδραματίζονται στις σκηνές του βιβλίου, μέχρι το κατώφλι της τελικής αποκάλυψης όπου η μούσα της παρωδίας βάζει πάντα το χέρι της. Ο Δημήτρης Νόλλας συνεχίζοντας μια μοναχική πορεία στην νεοελληνική λογοτεχνία έχει πάντα μια υψηλού επιπέδου συνομιλία με τον αναγνώστη. Είναι ένας διανοούμενος που δεν υποκρίνεται μετριοφροσύνη και δεν τον ενδιαφέρει η λιτότητα.
Θα τον απολαύσουμε την Τρίτη 21 του Μάρτη στην αίθουσα I. Καμπίτση του Πανεπιστημίου μας και σίγουρα θάχει πολλά να μας πει.
Ο Σταμάτης Φιλιππίδης θα προλογήσει το στίγμα της γραφής του Νόλλα.
Την Τετάρτη το πρωί μετά τις 10 θα βρίσκεται στο βιβλιοπωλείο Κλαψινάκη για μια προσωπική επαφή με τους αναγνώστες του, όπου θα υπογράψει και τα βιβλία του.
Ν.Κ. | Κρητική Επιθεώρηση