Δημήτρης Νόλλας, «Μικρά ταξείδια», Αθήνα, Καστανιώτης, 1998. Σελ. 224
Μέσα σε ομόλογο κλίμα εντοπίζεται και η συμπεριφορά των διακειμένων. Εντονότερη είναι η παρουσία των παραθεμάτων που παρεμβαίνουν κατά τη ροή του κειμένου, συνήθως χωρίς σαφή δείξη προέλευσης ή (ενίοτε) με απλή δείξη καταγωγής. Φαίνεται έτσι ότι δεν ενδιαφέρει η δήλωση της διακειμενικότητας ως σημαντικής κειμενικής λειτουργίας. Μάλλον φαίνεται ότι η χρήση των παραθεμάτων λειτουργεί ως εντελώς προσωπική του συγγραφέα διαδικασία (α) υποστήριξης των σημαινόμενων και (β) ενίσχυσης της αισθητικής του κειμένου, και παράλληλα ως διακριτική τεκμηρίωση εκλεκτικών συγγενειών.
Στα παρακείμενα του βιβλίου ανήκουν τα motti που λειτουργούν ως γενικές εισαγωγές στις δύο ενότητες των επιμέρους κειμένων, καθώς και τα motti που εισάγουν ιδιαιτέρως τα κείμενα της δεύτερης ενότητας («Έσχατος πλους»), επίσης δε σημειώσεις (α) στην αρχή του βιβλίου, που αποτελούν εισαγωγή στο κλίμα του, και (β) στο τέλος του βιβλίου, που λειτουργούν αφενός ως γενικές «βιβλιογραφικές» δείξεις των παραθεμάτων και αφετέρου ως παραπομπές στις πρώτες δημοσιεύσεις ορισμένων κειμένων του βιβλίου. Ιδιαιτέρως τα παρακείμενα αυτής της τελευταίας κατηγορίας φαίνεται να δηλώνουν την καταγωγή του βιβλίου, και περαιτέρω την πρόθεση του συγγραφέα να προχωρήσει από τα ειδικά σημασιολογικά συστήματα στη σύνθεση ενός ενιαίου κειμενικού κόσμου που αντιπροσωπεύει το βιβλίο ως σύνολο. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια δήλωση της δυναμικής του βιβλίου ως τελικού προϊόντος. Γενικά, αυτού του είδους οι παραπομπές σε «πρώτες δημοσιεύσεις» δεν αποδυναμώνουν την τελική, «συγκεντρωτική» έκδοση, αντιθέτως αποκαλύπτουν στοιχεία του εργαστηρίου του συγγραφέα, δηλαδή στοιχεία προθετικότητας ως βασικής κειμενικής λειτουργίας. Εξάλλου, στοιχεία μετακειμενικότητας αναγνωρίζονται σε σχόλια του Νόλλα για τον Αισχύλο και τον Στράβωνα που εντοπίζονται στη δεύτερη ενότητα («Έσχατος πλους») και ενισχύουν τις πρωτότυπες πληροφορίες του συγγραφέα.
Όλα αυτά τα στοιχεία ύφους που ανιχνεύονται στο παρόν βιβλίο του Νόλλα, αποκαλύπτουν δημιουργική γραφή που υπερβαίνει τα όρια της απλής παράθεσης ταξιδιωτικών εντυπώσεων (έστω και αν δεν φτάνει στην «οντολογία» ή τη φαινομενολογία τόπων ως το πλέον «προωθημένο» νόημα αλλά και προϊόν του ταξιδιού). Με τον τρόπο αυτό, ο Νόλλας φαίνεται να παρουσιάζει μια σύγχρονη πρόταση για την ταξιδιωτική λογοτεχνία, που βασίζεται περισσότερο στην υποκειμενική πρόσληψη των πραγμάτων και λιγότερο στον αντικειμενικό χαρακτήρα της εξωτερικής πραγματικότητας.
Ο Δημήτρης Νόλλας γράφει για το βιβλίο του «Μικρά ταξείδια»
Διχάζομαι μεταξύ της μυθοπλασίας και του «άλλου κειμένου», διατηρώντας (και καλλιεργώντας) σχέσεις αμφιθυμίας απέναντί τους. Έχοντας επιλέξει τμήματα των σημειώσεων που κράτησα στις κατά καιρούς μετακινήσεις μου, και στήνοντας αυτό το βιβλίο, προσπάθησα να κατασιγάσω την απέχθεια που μου προκαλούν, τον τελευταίο καιρό, εκείνα τα μυθιστορήματα, ο σιδερένιος σκελετός των οποίων εύκολα διακρίνεται στο βάθος, όταν δεν βγάζει μάτι, ακόμη και στην ίδια την επιφάνειά τους.
Φρίκη.
Προχωρώντας σ’ αυτό το σχέδιο των «Μικρών Ταξειδιών» έζησα τη γοητεία των αλλεπάλληλων επανεγγραφών και των προσθαφαιρέσεων, δημιουργώντας σειρά επικαλυπτόμενων στρωμάτων και απατηλών εντυπώσεων, σχηματίζοντας εντέλει κάτι σαν χωματόδρομο μετά από νεροποντή. Οι υδάτινες επιφάνειες στο ύψος του δρόμου καλύπτουν συνήθως λακκούβες με άγνωστο βάθος. Θέλει προσοχή πού, αλλά και πόσο βαριά, θα πατήσεις.
Άλκηστης Σουλογιάννη | Διαβάζω, Απρίλιος 1999