Δημήτρης Νόλλας, «Από τη μια εικόνα στην άλλη». Εκδόσεις Καστανιώτη 2003, σ. 180
[…] Στο τελευταίο μυθιστόρημά του «Από τη μια εικόνα στην άλλη» ο Νόλλας ενεργοποιεί και πάλι το οπλοστάσιό του, θέτοντας σε λειτουργία τις τεχνικές των αντικατοπτρισμών, των εναλλασσομένων πεδίων, των συμβόλων. Επιπλέον, το ενισχύει με πυκνές διακειμενικές αναφορές –πρόσωπα του Αντρέα Φραγκιά, φράσεις του Νίκου Καχτίτση και του Πέτρου Αμπατζόγλου– ή άμεσες αναφορές σε έργα και συγγραφείς που προτιμά – λ.χ. υπαινίσσεται την παρουσία του ίδιου του Στρατή Τσίρκα σε κάποιο σημείο του δευτέρου κεφαλαίου, όταν αναφέρεται στους λούστρους της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, κατά τη δεκαετία του ’60. Μα και γενικότερα, ενώ η ιστορία που εκτυλίσσεται σε τούτο το βιβλίο είναι ισχνή ως προς τον πυρήνα της, εμφανίζεται ιδιαίτερα πλούσια και πολυπρισματική ως προς τις εξακτινώσεις της. Προπάντων, παίζει με χίλιους τρόπους πάνω στο θέμα της ανθρώπινης οντότητας και του διπλού ή πολλαπλού τρόπου εγγραφής της. Στην πραγματικότητα και στη φαντασία, στη ζωή και στη λογοτεχνία, στη μορφή που βλέπει το είδωλό της στο βλέμμα του άλλου. Και τα τρία βασικά πρόσωπα του πρώτου μέρους του μυθιστορήματος, ο Άρης, ο Βίκτωρ και η Χριστίνα, αλλά και το τέταρτο πρόσωπο, ο απότομα ριγμένος στο προσκήνιο Σωτήρης, ο οποίος υποτίθεται, όπως πληροφορούμαστε στο δεύτερο μέρος, ότι κινεί τα νήματα της μυθοπλασίας, είναι πρόσωπα διπλο-εγγεγραμμένα. Αλλά διπλο-εγγεγραμμένες είναι και οι μεταξύ τους σχέσεις, σε σημείο ώστε να μην είμαστε βέβαιοι για το τι είναι αλήθεια και τι ψεύδος σ’ αυτό το μπουφόνικο μελόδραμα του Νόλλα. Μπορεί να είναι όντως «μια ιστορία εξαπάτησης», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Σωτήρης προς το τέλος, αλλά η εξαπάτηση δεν αφορά μόνο την τυπική σχέση του συγγραφέα με τον αναγνώστη· είναι το μόνιμο έλλειμμα που απομένει στο ισοζύγιο κάθε προσωπικής σχέσης που αναπτύσσεται και στα δύο μέρη του βιβλίου.
Με κομμάτια αφηγήσεων που άλλοτε μας στέλνουν στο μακρινό και άλλοτε στο εγγύς παρελθόν, με εναλλαγές θεατών και αθέατων προσώπων που διηγούνται, χρησιμοποιώντας διαφορετικές οπτικές γωνίες, ψηφίδα την ψηφίδα συντίθεται μια ιστορία έρωτος, προδοσιών, αλληλοδιαψεύσεων, εμμονών, σκληρότητας και αγιοσύνης. Μεμονωμένα και ταυτόχρονα, όλα αυτά, αφού κανένα από τα πρόσωπα και καμία από τις καταστάσεις που καθορίζουν τη ζωή τους δεν είναι ό,τι φαίνεται εξαρχής. Στο «Από τη μια εικόνα στην άλλη» «περιγράφεται εκείνη η γενιά που θέλησε να αλλάξει τη ζωή της –και τη ζωή μας– αλλά έφτιαξε μια άλλη εικόνα από το ίδιο είδωλο που πίστεψε πως απορρίπτει», αναφέρει στο οπισθόφυλλο με τα αρχικά Σ.Β. ένας σωσίας του πεζογράφου Δημήτρη Νόλλα. Έτσι, ο Άρης μπαίνει στην αριστερά στις αρχές του ’60, αλλά η αριστερά τού χρησιμεύει απλώς ως κολυμβήθρα του ελληνοπρεπούς σαλταδορισμού του· ο Βίκτορας, φύσει άβουλος, βρίσκει ευκαιρία από την παραμονή του Άρη στη φυλακή για να γίνει εραστής της Χριστίνας· η Χριστίνα, με τη σειρά της, χαρίζεται με μια ξεχωριστή ευκολία και στους δύο, απομυζώντας από τον καθένα –όντας κατά βάθος αυτό που τη λέει ο συγγραφέας: «ανδροφάγο τέρας»– εκείνο που λείπει από τον άλλο, φτιάχνοντας τη δική της απατηλή σύνθεση. Τέλος, ο Σωτήρης, βγαίνει από το περιθώριο του ανάπηρου ο οποίος καταγράφει «ουδέτερα» τον μικρόκοσμο της συνοικιακής ζωής και μεταμορφώνεται σ’ ένα είδος σκοτεινού κατόπτρου όπου εμφανίζονται νοσηρά παραμορφωμένες οι ζωές της παλιάς, νεανικής παρέας του Βοτανικού: Ο ίδιος, άλλωστε, ομολογεί απερίφραστα: «Έχω ασκηθεί τόσα χρόνια στην κακία, στο μίσος και στην εξαπάτηση, που καμιά φορά μπορώ να εμφανίζομαι και σαν καλός». […]
(τχ.49, 2.11.2003)
Αλέξης Ζήρας | Η Κυριακάτικη Αυγή