Ο Δημήτρης Νόλλας είναι συχνός επισκέπτης και πιστός φίλος της Κύπρου, ειδικότερα τα τελευταία 15 χρόνια. Ένας καλός άνεμος τον έφερε πάλι την εβδομάδα που πέρασε προκειμένου να συμμετάσχει στο πολύ ενδιαφέρον πρόγραμμα «Κύπρος: Λογοτεχνικός Προορισμός», που διοργανώνει ο Οργανισμός Ιδεόγραμμα. Ο ίδιος και άλλοι τέσσερις συγγραφείς από το Μεξικό, τη Χιλή, τη Ρουμανία και τις ΗΠΑ«σκορπίστηκαν» στην κυπριακή επαρχία και ήρθαν σε επαφή με μια διαφορετική ο καθένας πτυχή της ζωής στο νησί, της ιστορίας, των παραδόσεων, της πολιτιστικής κληρονομιάςπροκειμένου να αποτυπώσουν στο χαρτί τις εντυπώσεις τους. Το λογοτεχνικό αποτέλεσμα θα εκδοθείμέσα στο 2012, σε δύο Ανθολογίες Ταξιδιωτικής Λογοτεχνίας στα ελληνικά και στα αγγλικά, αν και μιαπρώτη γεύση δόθηκε την Πέμπτη σε ειδική εκδήλωση. Μια μέρα νωρίτερα, ο γνωστός συγγραφέας, ως «ψυχογράφος» της εποχής του, συμμετείχε με τονδημοσιογράφο Νίκο Ξυδάκη σε συζήτηση με θέμα «Η Κρίση ως πρόκληση για τη γραφή: ένας δημοσιογράφος κι ένας λογοτέχνης προσπαθούν να ξετυλίξουν το κουβάρι», που διοργάνωσε το ΜεταπτυχιακόΠρόγραμμα «Επικοινωνία και Δημοσιογραφία» του Ανοικτού Πανεπιστημίου. Από το 1974, που δημοσίευσε το σπονδυλωτό αφήγημα «Νεράιδα της Αθήνας» βρίσκεται στο προσκήνιο των ελληνικών γραμμάτων, έχοντας βραβευτεί επανειλημμένα, έχοντας απασχολήσει κριτικούς και κοινό κι έχοντας συντροφεύσει χιλιάδες αναγνώστες στην καθημερινότητά τους, ενώ έχει συνεργαστεί με τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες στη συγγραφή σεναρίων.
Η στροφή στο βιβλίο είναι μια μορφή αντίστασης.
Ποιές είναι οι εντυπώσεις σας από το πρόγραμμα «Κύπρος: Λογοτεχνικός Προορισμός»;
Το θεωρώ πολύ σημαντικό πρόγραμμα και οι εμπνευστές του αξίζουν συγχαρητήρια. Η σημαντικότερη πτυχή είναι αυτή που θέλει τους συγγραφείς να γνωρίζουν ένα διαφορετικό μέρος της Κύπρου. Αν οι πέντε συγγραφείς διέμεναν, για παράδειγμα, μόνο στη Λευκωσία θα έβλεπαν την πόλη αυτή μόνο και θα έπαιρναν μια πολύ μικρή ιδέα του τι πραγματικά είναι «Κύπρος». Όταν πηγαίνεις στη Νέα Υόρκη δεν σημαίνει ότι είδες την Αμερική. Είναι πολύ επιτυχημένη ιδέα και εγώ τους εύχομαι να τη συνεχίσουν και να την καθιερώσουν σε σταθερή βάση.
Ποια άποψη έχετε σχηματίσει για τη σύγχρονη κυπριακή λογοτεχνία;
Δεν μπορώ και δεν θέλω να ξεχωρίσω αυτό που λέμε «κυπριακή λογοτεχνία», τη λογοτεχνία δηλαδή που δημιουργείται από κατοίκους της Κύπρου, από τον κορμό της σύνολης νεοελληνικής λογοτεχνίας. Δεν θεωρώ ότι είναι ξεχωριστό κομμάτι. Ίσως μόνο γεωγραφικά, αλλά όσον αφορά τον πυρήνα δεν είναι. Έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως συμβαίνει με κάποιον που ζει και γράφει για 50 χρόνια στην Αρκαδία, ή κάποιον που ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου υπήρξε και η περίφημη «Σχολή της Θεσσαλονίκης». Αυτά όμως είναι τα επιμέρους κομμάτια αυτού που λέμε «ελληνική λογοτεχνία». Η κυπριακή λογοτεχνία λοιπόν έχει πολλά ενδιαφέροντα δείγματα και αρκετά που αύριο θα τα ξεχάσουμε. Όπως, δηλαδή, λίγο ή πολύ συμβαίνει σε όλες τις λογοτεχνίες κι όλες τις μορφές τέχνης.
Πού οδεύει το βιβλίο σήμερα;
Δεν θα μπορούσε να επηρεαστεί από την κρίση, αλλά δεν είναι και του θανατά. Ήδη έχουμε δείγματα στην αθηναϊκή αγορά ότι τα πράγματα είναι δύσκολα, ειδικότερα από εκδοτικής άποψης. Ματαιώνονται εκδόσεις, δεν καλύπτονται ειλημμένες υποχρεώσεις, ενώ σιγά-σιγά εισβάλλει στη ζωή μας και το λεγόμενο e-book. Στην περίπτωση αυτή, δεν είναι σίγουρο ότι ο «πελάτης» -για να μιλήσουμε με όρους της καπιταλιστικής αγοράς- θα ανταποκριθεί με τον ίδιο τρόπο που ανταποκρινόταν μέχρι σήμερα με το έντυπο βιβλίο. Συνέπεσε αυτή η ιστορία και έγινε ακόμη πιο θολό το τοπίο. Η πρόσφατη έρευνα αναγνωσιμότητας του ΕΚΕΒΙ, ωστόσο, δείχνει ότι το κοινό έχει μια τάση να κλείνει την τηλεόραση και να προτιμά να ανοίξει το βιβλίο.
Εμπειρικά μπορώ να σας πω ότι αυτό είναι οπωσδήποτε αλήθεια. Από τους ανθρώπους που συναναστρέφομαι, αναγνώστες, φίλους, συγγενείς ή απλώς γνωστούς έχω την εντύπωση ότι υπάρχει μια τάση να απεγκλωβίζονται από την παγίδα της εικόνας. Ξέρετε γιατί; Γιατί η εικόνα τους έχωσε πολύ βαθιά μέσα στην παραζάλη της κατανάλωσης. Αρκεί να διαπιστώσουμε ότι παρότι βρισκόμαστε πραγματικά στη δίνη μιας πολύ μεγάλης κρίσης, δεν παύουν οι διαφημίσεις σχετικά με υπερπολυτελή αυτοκίνητα κι ένα σωρό άλλα άχρηστα καταναλωτικά πράγματα, σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Η λογική του χρήματος είναι ο «βομβαρδισμός» του ανθρώπου με μηνύματα, ώστε αβοήθητος πια να παραδοθεί σε όσα του πλασάρουν. Η στροφή στο βιβλίο, λοιπόν, είναι και μια μορφή αντίστασης.
Είναι η θετική πλευρά της κρίσης;
Όταν συμβαίνει κάτι κακό, εκ των πραγμάτων προκαλούνται αντιδράσεις. Από τη στιγμή που κάποιος αντιδρά στο κακό έχει μια θετική στάση απέναντι στο διαφορετικό, το ανατρεπτικό. Μπορεί να μη χαρακτηρίζεται ακόμη να μην είναι σίγουρο, αλλά η ομορφιά του πράγματος είναι ότι η αβεβαιότητα βάζει όλους όσους αντιδρούν να σκεφτούν τι πρέπει να κάνουν προκειμένου να απεγκλωβιστούν από τη δύσκολη θέση. Αν δεν ενοχληθούμε και αφήσουμε τους άλλους να σκέφτονται και να αποφασίζουν για μας, σύντομα θα κατρακυλήσουμε ξανά και πάλι από την αρχή.
Συμφωνείτε ότι αυτή η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική;
Απολύτως. Είναι ηθική και πνευματική στον πυρήνα της. Έτσι κι αλλιώς. Είναι πολύ εύκολο να διαπιστώσουμε, διότι είναι οφθαλμοφανέστατο, ότι η κρίση είναι δημιούργημα των τραπεζών, των αρχόντων, του καπιταλισμού. Δεν είναι των αρειανών. Ωστόσο, ισχύει αυτό που λέμε στα ελληνικά «βρίσκουν και κάνουν». Αν βρεις μειωμένες αντιστάσεις, αν πετύχειςτον άλλο έτοιμο και πρόθυμο να βάλει το κεφάλι στην γκιλοτίνα, μετά είναι εύκολο να πατήσεις το κουμπί και να πέσει η λαιμητόμος. Η προσωπική ευθύνη του καθενός είναι δεδομένη. Αυτό φάνηκε εδώ και δέκα χρόνια από αυτή την άθλια ιστορία του χρηματιστηρίου που διέλυσε μικρά νοικοκυριά, μικρές οικονομίες. Διότι οι δυστυχείς, χωρίς μυαλό, σκέφτηκαν ότι θα τους χαριστούν λεφτά. Αν είναι ποτέ δυνατόν τράπεζα να σου χαρίσει λεφτά. Μα η δουλειά της είναι ακριβώς το αντίθετο. Όταν μπήκαν στο τριπ αυτό, να γίνουν πλούσιοι, ξεκίνησαν τα πάντα. Αυτοί είναι οι πρώτοι που την πληρώνουν τώρα. Πήραν τόσα δάνεια, απομακρύνθηκαν από την αγροτική παραγωγή, πούλησαν χωράφια, ξερίζωσαν δέντρα κι όλα αυτά για να γίνουν πλούσιοι.
ο Φιλελεύθερος της Κυριακής